Ευρωπαϊκό έργο ECOSYSTEM: Έρευνα δείχνει ότι 9 στα 10 άτομα πιστεύουν ότι τα στερεότυπα είναι πολύ ή πάρα πολύ διαδεδομένα

Αφίσα της έρευνας του προγράμματος ECOSYSTEM

Μια νέα έρευνα με τίτλο «Στάσεις και εμπειρίες των πολιτών σχετικά με τις διακρίσεις και τα στερεότυπα» αναδεικνύει ότι οι διακρίσεις και τα στερεότυπα παραμένουν βαθιά ριζωμένα στην ελληνική κοινωνία. Σύμφωνα με τα ευρήματα, 9 στα 10 άτομα πιστεύουν ότι τα στερεότυπα επηρεάζουν καθημερινές συμπεριφορές, ενώ το 83% έχει βιώσει προσωπικά διακρίσεις.

Η πρωτοβουλία αυτή, υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος «Πολίτες, Ισότητα, Δικαιώματα και Αξίες» (CERV) της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο του 2026. Συγκεκριμένα, η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου  ‘ECOSYSTEM Strengthening Public Authorities’ Capacity to Respond to Intersectional Discrimination through Multi-Agency Coalitions’, το οποίο υλοποιείται από το Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το ΚΜΟΠ – Κέντρο Κοινωνικής Δράσης και Καινοτομίας.

Στόχος του έργου ECOSYSTEM Strengthening Public Authorities’ Capacity to Respond to Intersectional Discrimination through Multi-Agency Coalition” είναι να συμβάλει στην ανάπτυξη του 2ου Εθνικού Σχεδίου Δράσης κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας και να ενισχύσει την ικανότητα των εθνικών αρχών στην Ελλάδα όσον αφορά την καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας, του ρατσισμού και των πολλαπλών και διατομεακών διακρίσεων.

Μέσω μιας συμμετοχικής, διεπιστημονικής και διυπηρεσιακής προσέγγισης, το έργο επιδιώκει να ενισχύσει τη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων αρχών και της κοινωνίας των πολιτών εστιάζοντας σε τρεις αλληλένδετους πυλώνες: α) στην ενίσχυση της πρόσβασης των θυμάτων σε πληροφορίες και υπηρεσίες υποστήριξης μέσω μιας σχετικής πλατφόρμας, β) στη βελτίωση των δεξιοτήτων των δημοσίων υπαλλήλων και των επαγγελματιών πρώτης γραμμής στην αναγνώριση και παροχή υποστήριξης σε θύματα εγκλημάτων μίσους, και γ) στην ενίσχυση της ευαισθητοποίησης των πολιτών μέσω μιας Εθνικής Εκστρατείας Ευαισθητοποίησης, εστιάζοντας στις θεματικές του έργου.

Η έρευνα διεξήχθη μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου 2025, με τη συμμετοχή 1.928 ατόμων από όλη την Ελλάδα. Tην επιστημονική ευθύνη και τον συντονισμό είχε το ΚΜΟΠ – Κέντρο Κοινωνικής Δράσης και Καινοτομίας. Μέσα από ανώνυμο ερωτηματολόγιο, εξετάστηκαν στάσεις, εμπειρίες και αντιλήψεις των πολιτών αναφορικά με τα στερεότυπα, τις διακρίσεις και την αποτελεσματικότητα των θεσμικών παρεμβάσεων.

Πεποιθήσεις για την ύπαρξη στερεοτύπων:

  • 9 στα 10 άτομα πιστεύουν ότι τα στερεότυπα είναι πολύ ή πάρα πολύ διαδεδομένα.
  • 9 στα 10 άτομα πιστεύουν ότι τα στερεότυπα επηρεάζουν πολύ ή πάρα πολύ τη συμπεριφορά των ατόμων έναντι συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων.

Πεποιθήσεις για τη συχνότητα των διακρίσεων βάσει συγκεκριμένων χαρακτηριστικών και ανά περιβάλλον:

  • Σύμφωνα με τα ερωτηθέντα άτομα, οι συχνότερα αναφερόμενες μορφές διακρίσεων (κατά σειρά συχνότητας) σχετίζονται με το σεξουαλικό προσανατολισμό, την έκφραση φύλου, την κοινωνική κατάσταση, το φύλο,  την ταυτότητα φύλου, τη φυλή, και την εθνική ή εθνοτική καταγωγή.
  • Σύμφωνα με τα ερωτηθέντα άτομα, τα συχνότερα αναφερόμενα περιβάλλοντα διακρίσεων (κατά σειρά συχνότητας) σχετίζονται με την αναζήτηση εργασίας ή στην εργασία, το διαδίκτυο, κατά την αναζήτηση κατοικίας, και σε αστυνομικά τμήματα.

Συνειδητές και ασυνείδητες διακρίσεις:

  • 48% δήλωσε ότι έχει ασυνείδητα κάνει διακρίσεις
  • 8% δήλωσε ότι έχει σκοπίμως κάνει διακρίσεις

Προσωπικές εμπειρίες διακρίσεων: 

Μόλις το 15% των ερωτηθέντων ατόμων δήλωσε ότι δεν έχει βιώσει ποτέ διακρίσεις.

  • Οι 3 συχνότερες προσωπικές εμπειρίες διακρίσεων των ερωτηθέντων ατόμων:
    • 33% έχει βιώσει διακρίσεις με βάση το φύλο
    • 25% με βάση την ηλικία
    • 20% με βάση την οικογενειακή ή κοινωνική κατάσταση
  • Οι πιο συνηθισμένοι χώροι όπου σημειώθηκαν τα περιστατικά διακρίσεων ήταν ο εργασιακός (34%) και ο δημόσιος χώρος (24%).
  • Οι γυναίκες είναι περισσότερο πιθανό να υποστούν διάκριση σε σχέση με τους άνδρες.
  • Τα άτομα που κατοικούν σε μεγάλες πόλεις  είναι περισσότερο  πιθανό να υποστούν διάκριση σε σχέση με τα άτομα που κατοικούν σε κωμοπόλεις.

Αναφορά περιστατικού:

  • Από το 83% του δείγματος που ανέφερε εμπειρία διάκρισης, μόνο το 20% ανέφερε το περιστατικό (17% επί του συνόλου). Η πλειονότητα των ατόμων διευκρίνισε ότι ανέφερε το περιστατικό σε ανεπίσημη πηγή, όπως οικογένεια και φιλικά πρόσωπα.
  • Από τα άτομα που ακολούθησαν επίσημες οδούς αναφοράς, η πλειονότητα επέλεξε να αναφέρει το περιστατικό στον φορέα εργασίας (20% επί των ατόμων που δήλωσαν ότι ανέφεραν το περιστατικό), στην αστυνομία (11%), σε δικηγόρο (6%), στη δικαιοσύνη (4%), σε συνδικαλιστική οργάνωση (4%), στον Συνήγορο του Πολίτη (3%), και στην Επιθεώρηση Εργασίας (2%). Κάποια άτομα ανέφεραν το περιστατικό σε συλλογικότητες ή φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών, όπως το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών και γραμμές βοήθειας (3%).
  • Γιατί δεν αναφέρουν οι πολίτες της διακρίσεις: φόβοςέλλειψη εμπιστοσύνης και προστασίας του θύματοςκοινωνική ή επαγγελματική θέση της/του δράστριας/ηδυσάρεστο κοινωνικό κλίμαέλλειψη υποστήριξηςαναποτελεσματικότητα, αίσθημα ντροπής για την ταυτότητά τους, φόβος στιγματισμού και περαιτέρω αρνητικών συνεπειών, όπως απόλυση, διαιώνιση τέτοιων συμπεριφορών από δημοσιογράφους και πολιτικούς ηγέτεςπροηγούμενη θυματοποίησή τους από τις αρμόδιες αρχές, έλλειψη γνώσης της διαδικασίας αναφοράςγραφειοκρατίαέλλειψη χρόνουκόστος και δυσκολία απόδειξης του περιστατικού, για παράδειγμα στην περίπτωση των διακρίσεων βάσει ηλικίας στο εργασιακό πλαίσιο. Παράγοντας μη καταγγελίας είναι και η κανονικοποίηση της βίας και των διακρίσεων, με πολλά άτομα να αναφέρουν ότι «το περιστατικό δεν ήταν σημαντικό για να γίνει αναφορά».
  • Εάν βίωναν διακρίσεις ή παρενόχληση, τα περισσότερα άτομα θα προτιμούσαν να αναφέρουν το περιστατικό σε φιλικό ή συγγενικό πρόσωπο (55%), στον Συνήγορο του Πολίτη (36%), σε ανώνυμη πλατφόρμα (34%), σε οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών (32%) ή στην Επιθεώρηση Εργασίας και άλλες αρμόδιες αρχές (31%). Μικρότερο ποσοστό θα προτιμούσε να κάνει καταγγελία σε δικηγόρο (27%) στη δικαιοσύνη (25%), στην αστυνομία (24%), σε συνδικαλιστική οργάνωση (23%) και στην/στον εργοδότρια/η (18%). Κάποια άτομα ανέφεραν, επίσης, τις οργανωμένες συλλογικότητες και τις Επιτροπές Ισότητας Φύλου ως προτιμητέες επιλογές.

Πεποιθήσεις για την αποτελεσματικότητα των προσπαθειών αντιμετώπισης του φαινομένου:

  • Περίπου τα μισά άτομα βρήκαν πολύ ή σχετικά αποτελεσματικές τις θεσμικές προσπάθειες αντιμετώπισης των διακρίσεων με βάση την έκφραση και την ταυτότητα φύλου (53%), την αναπηρία ή τη χρόνια πάθηση (50%), την εθνική ή εθνοτική καταγωγή και τα χαρακτηριστικά φύλου (50%), τη φυλή (50%), τη θρησκεία (47%) και τον σεξουαλικό προσανατολισμό (47%).
  • Οι μικρότερες ηλικιακές ομάδες φαίνεται να θεωρούν τις προσπάθειες καταπολέμησης των διαφορετικών μορφών διακρίσεων λιγότερο αποτελεσματικές, σε σχέση με τα άτομα μεγαλύτερων ηλικιών.

Μπορείτε να διαβάσετε την έρευνα εδώ.

Πληροφορίες για το έργο μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα www.ecosystem-project.eu.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ευρήματα της έρευνας μπορείτε να επικοινωνήσετε στο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. ή στο 210-3637547.

Copyright © 2022 Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ). Με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματος.